ΠΟΛΥΦΩΝΙΚΟ ΔΙΚΤΥΟ
Θέλετε να αντιδράσετε στο μήνυμα; Φτιάξτε έναν λογαριασμό και συνδεθείτε για να συνεχίσετε.

Ισοκράτημα ...

Πήγαινε κάτω

Ισοκράτημα ... Empty Ισοκράτημα ...

Δημοσίευση από ΑΠΕΙΡΟΣ Δευ 28 Ιαν 2008, 8:46 pm

διαδικτυακή αναδημοσίευση από το τρίτο τεύχος του περιοδικού "ΑΠΕΙΡΟΣ" το οποίο καλό είναι όσοι δεν το έχουν να το προμηθευθούν άμεσα γιατί εξαντλείται... το άρθρο είναι του Κώστα Λώλη, μουσικολόγου, και περιέχεται σε εκτεταμένο αφιέρωμα του περιοδικού στο Πολυφωνικό Τραγούδι. από κάθε τεύχος της "ΑΠΕΙΡΟΥ" θα δημοσιεύεται μόνο ένα άρθρο στο πολυφωνικό φόρουμ, για να πλουτίζουμε τις γνώσεις μας για το πολυφωνικό τραγούδι αλλά και σαν έναυσμα αναζήτησης του περιοδικού. η έντυπη μορφή σε τέτοια θέματα παραμένει αναντικατάστατη...


ΙΣΟΚΡΑΤΕΣ ΚΑΙ ΙΣΟΚΡΑΤΗΜΑ

Το ισοκράτημα σαν μουσικό στοιχείο είναι γνωστό σε πολλούς μουσικούς πολιτισμούς, σε όλο τον κόσμο, είτε στην παραδοσιακή, είτε στην έντεχνη τέχνη. Ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζεται στην φωνητική και ενόργανη μουσική είναι διαφορετικός. Ως ξεχωριστό μέσο μουσικής έκφρασης είναι σημαντικό και συμμετέχει στην καλλιτεχνική απόδοση ενός μουσικού κειμένου.
Η συγκεκριμένη μελέτη έχει να κάνει με την παρουσία του ισοκρατήματος στο ελληνόφωνο, αλβανόφωνο και βλαχόφωνο πολυφωνικό τραγούδι εμμένοντας και σε μια συγκριτική προσέγγιση.
Διάφοροι μελετητές, όπως ο Σ. Περιστέρης [1], οι αλβανοί Β. Κruta [2] και Shituni [3], οι γερμανοί Shtokman [4] και Brandl [5] έχουν ασχοληθεί με το ισοκράτημα της συγκεκριμένης φωνητικής πολυφωνίας. Το πολυφωνικό τραγούδισμα πηγάζει από τα βάθη των αιώνων [6]. Χάρη στη δική του πρωτοτυπία και αντοχή εξελίσσεται διαρκώς με άγραφους παραδοσιακούς κανόνες, χωρίς μουσικές παρτιτούρες, αλλά σταθερά στη μνήμη τόσων και τόσων ανώνυμων τραγουδιστών. Κατά κάποιον τρόπο η μακρόχρονη άγραφη πορεία του δυσκολεύει την ακριβή μελέτη των μουσικών στοιχείων που το αποτελούν. Έτσι συμβαίνει και με το ισοκράτημα. Όμως με τη βοήθεια της Συγκριτικής Εθνομουσικολογίας και με τη ζωντανή εξέλιξη του πολυφωνικού τραγουδιού ακόμα και σήμερα, οι μελετητές, όπως για τις άλλες πλευρές του πολυφωνικού τραγουδίσματος, έτσι και για το ισοκράτημα έχουν καταλήξει σε θετικά συμπεράσματα.
Στο πολυφωνικό τραγούδι οι ισοκράτες είναι η ομάδα των τραγουδιστών που κρατούν τη βάση του τόνου, πάνω στον οποίο αναπτύσσονται οι άλλες μελωδικές γραμμές [φωνές]. Η ομάδα αυτή ξεκινάει από 2 μέχρι 5-7 και 10 τραγουδιστές, άξιοι όπως ο παρτής, γυριστής, κλώστης και ρίχτης. Στην ελληνική ορολογία του πολυφωνικού τραγουδιού ονομαζονται και «γέμισμα» ή «καμπάνα». Στα αλβανικά, “Iso,mbushes,kembana,zile,kabaja”. Στα βλάχικα «ίσο». Μεταξύ όλων των ορολογιών υπάρχει μια κοινή έννοια: Το ισοκράτημα είναι μια μαζική φωνή στο θεμέλιο της τροπικής κλίμακας και σαν ο βομβός των μελισσών ακολουθεί την πορεία του τραγουδιού με την ίδια ένταση και χροιά, απομακρύνοντας απ’ την ερμηνεία κάθε είδους παραφωνίες.
Το ισοκράτημα παρουσιάζεται με διάφορους τρόπους στα διάφορα είδη του πολυφωνικού τραγουδιού. Στο αλβανόφωνο τόσκικο πολυφωνικό τραγούδι, γενικά είναι μια νότα χωρίς διακοπή, “Basso Ostinato”, στο θεμέλιο τόνο της μελωδίας, πάνω στο φωνήεν “e” με ρινική προφορά. Σε μερικούς τραγουδιστούς πολυφωνικούς χορούς οι ισοκράτες ακολουθούν μουρμουριστά τις συλλαβές του κειμένου των τραγουδιστών-χορευτών. Το ίδιο συμβαίνει και στα βλαχόφωνα πολυφωνικά τραγούδια. Δηλαδή, το ισοκράτημα είναι αδιάκοπο και όχι συλλαβισμένο. Ενώ στο ελληνόφωνο και στο λιάμπικο αλβανόφωνο πολυφωνικό τραγούδι η ροή του ισοκρατήματος είναι σχεδόν η ίδια και εμφανίζεται με δυο τρόπους. Στον πρώτο τρόπο οι ισικράτες κρατούν αδιάκοπα το θεμέλιο τόνο του τραγουδιού συνεχώς στο φωνήεν «ε» αλλά και σε άλλα, όπως «α-ι-ο». Η αλλαγή των φωνηέντων εξαρτάται από την κατάληξη του στίχου στο τέλος της μουσικής φράσης ή του μοτίβου. Προτιμάται και εδώ η ρινική προφορά. Ο δεύτερος τρόπος είναι ο συλλαβισμένος ισοκράτης μουρμουριστά ή σταθερά. Οι ισοκράτες ακολουθούν με προσοχή τον παρτή και συλλαβίζουν στο ίδιο ύψος, μουρμουριστά στις στρωτές ερμηνείες, σταθερά [κοφτά] στις γρήγορες μελωδίες και στους τραγουδιστούς πολυφωνικούς χορούς. Σ’ ένα τραγούδι με πολλές μουσικές φράσεις και πολυρυθμία [Πολύτσανη, Χειμάρρα, Μπέντσα] το ισοκράτημα είναι εν μέρει συλλαβισμένο. Στο συλλαβισμένο ισοκράτημα ο ρυθμός είναι τροχαϊκός ή ιαμβικός. Το αδιάκοπο ή συλλαβισμένο ισοκράτημα συνήθως εξαρτάται από το χαρακτήρα του τραγουδιού. Οι ρητορικές μελωδίες τείνουν προς το συλλαβισμένο, οι αριόζικες προς το αδιάκοπο.
Στα ανδρικά τόνο του ισοκρατήματος τον δίνει ο παρτής, ο οποίος ξεκινάει μ’ ένα καλοπιασμένο ισοκράτημα. Ενώ στα λιάμπικα και ελληνόφωνα οι ισοκράτες μπαίνουν αφού ο παρτής παρουσιάζει ένα μοτίβο ή μια ολοκληρωμένη μουσική φράση και ο γυριστής πραγματοποιεί το πρώτο πολυφωνικό του «τσάκισμα». Αυτόν το δρόμο ακολουθούν και τα γυναικεία τόσκικα πολυφωνικά τραγούδια. Σε όλα τα είδη του τραγουδίσματος κατά τη διάρκεια της εξέλιξης των φράσεων, κυρίως στις πτώσεις, οι άλλες φωνές καταλήγουν σε ταυτοφωνία με τους ισοκράτες σαν να θέλουν να στηρίξουν τα θεμέλια του τραγουδιού. Μάλιστα, ο γυριστής, κατεβαίνει και πιο κάτω της τονικής βάσης – δευτέρα και τρίτη μεγάλη.
Όπως τόνισα και πιο πριν, ο ρόλος του ισοκρατήματος στο πολυφωνικό τραγούδι έχει να κάνει με τη σταθερότητα και ισορροπία της ερμηνείας του πολυφωνικού ομίλου. Στο πολυφωνικό συγκρότημα κάθε φωνή αποκτά τη δική της σοβαρότητα και ευθύνη. Όποια παραφωνεί, χαλάει τη γενική ισορροπία της ερμηνείας του συγκροτήματος. Το ισοκράτημα σε επιφανειακή όψη φαίνεται σα εύκολη προσπάθεια, αφού μια ομάδα από την αρχή μέχρι το τέλος τραγουδάει χωρίς μελωδική καμπύλη, μόνο σε έναν τόνο. Και όμως δεν είναι έτσι. Οι ισοκράτες πρέπει να είναι τραγουδιστές με σταθερή και δυνατή φωνή, να χαρακτηρίζονται από μια ξεχωριστή φωνητική προφορά των φωνηέντων, που την παραδέχεται όλο το πολυφωνικό σχήμα, να γνωρίζουν και να εκφράζουν το ποιητικό κείμενο όπως ο παρτής και γυριστής, τελικά να μην παραφωνούν σε καμία περίπτωση. Απεναντίας, δεν «πάει καμπάνα το τραγούδι» λένε στα Κτίσματα, «τρώγονται οι φωνές», «έσβησε το τραγούδι», «χρειάζεται μια σκάλα πάνω ή κάτω» λένε στην Κοσοβίτσα. Αυτά τα συμπεράσματα βγαίνουν από τους ίδιους τους τραγουδιστές, όταν κάνουν πρόβα πάνω σε ένα τραγούδι. Και σε περίπτωση διαφωνιών λαμβάνουν μερικά μέτρα. Απομακρύνουν μερικούς ισοκράτες ή προσθέτουν άλλους. Αλλάζουν τον παρτή, το γυριστή ή το ρίχτη. Αλλάζουν την τοποθεσία των τραγουδιστών. Εάν δε βρουν ξανά θετικά αποτελέσματα, αφήνουν το συγκεκριμένο τραγούδι και ξεκινούν άλλο.
Όπως φαίνεται από αυτή τη διαδικασία στον πολυφωνικό όμιλο υπάρχει συλλογικότητα στις ευθύνες και αποφάσεις. Δηλαδή η επιτυχία στην ερμηνεία είναι αποτέλεσμα μιας συλλογικής καλλιτεχνικής προσπάθειας της ομάδας, που απορρέει από τη μακρόχρονη πείρα των άγραφων αλλά σταθερών κανόνων της μουσικής παράδοσης. Στην περίπτωση του ισοκρατήματος η σοβαρότητα αποδεικνύεται όπως και για τις άλλες φωνές. Στις περιοχές που τραγουδούν τόσκικα λένε: «Πρέπει να σφίξομε τόσο πολύ το ισοκράτημα, ώστε να μην περάσει σφαίρα μέσα του, αντιθέτως, τρώγονται οι φωνές». «Εμείς τραγουδάμε σφιχτά, πλάι-πλάι» -τονίζουν οι Λιάμπηδες. Το ίδιο και στο Βριώνι του Βούρκου οι Έλληνες: «Οι ισοκράτες πρέπει να στηθούν τριγύρω του παρτή και γυριστή- έτσι ακούγεται καμπάνα το τραγούδι». Στις τοπικές έρευνες, όταν για λόγους καλύτερης ηχογράφησης των φωνών προσπαθήσαμε κάπως να απομακρύνομε τις σολιστικές φωνές μεταξύ τους ή από τους ισοκράτες, η αντίδραση ήταν έντονη.
Το πολυφωνικό τραγούδι σαν ακουστικό φαινόμενο μιας ομάδας που τραγουδάει μακρόχρονα στον ξεχωριστό και πρωτότυπο τρόπο της παραδοσιακής σχολής της πολυφωνίας, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στις σύγχρονες μελέτες της Ψυχοακουστικής με βάση τη θεωρία «Η αιώρηση [διακύμανση] της διφωνίας» .
Σοβαρό ρόλο για μια πετυχημένη ερμηνεία του πολυφωνικού τραγουδιού παίρνει το τονικό ύψος, η «σκάλα» που βρίσκεται το «γέμισμα», δηλαδή οι ισοκράτες. Το πόσο ψηλό ή χαμηλό είναι το τονικό ύψος, επηρεάζουν διάφοροι παράγοντες, μουσικοί και μη μουσικοί. Οι μη μουσικοί, χωρίς να μιλήσουμε γι’ αυτούς είναι γεωγραφικοί, κλιματολογικοί, ιστορικοί, εθνογραφικοί, κοινωνιολογικοί κ.α. Από την , άλλη πλευρά του οι μουσικοί παράγοντες συνδέονται με την αισθητική έκφραση του τραγουδιού, [λυρική, επική χιουμοριστική], με το φύλο που τραγουδάει, με την ηλικία του πολυφωνικού ομίλου κ.α. Π.χ. στα ορεινά μέρη τραγουδούν σε ψηλούς τόνους, απεναντίας , οι νένες ερμηνείες κατευ
θύνονται προς τους μεσαίους και ψηλούς τόνους. Πιο αναλυτικά
Στα ελληνόφωνα πολυφωνικά τραγούδια το τονικό ύψος που κυριαρχεί είναι ως εξής: Για τα ανδρικά:H-A-G. Για τα γυναικεία:E-F. Για τα μικτά:G. Στα τόσκικα πολυφωνικά τραγούδια.Για τα ανδρικά στα ορεινά μέρη:As-H,στις πεδιάδες:C-G.Για τα γυναικεία τόσκικα: Es-G. Στη Λιάμπικη αλβανόφωνη πολυφωνία οι άνδρες τραγουδούν:A-re 1, οι γυναίκες:A-c 1.Στο βλαχόφωνο πολυφωνικό τραγούδι το τονικό ύψος κινείται σχεδόν στις αποστάσεις G-H. Εάν συγκρίνουμε αυτές τις αποστάσεις θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι οι διαφορές είναι ασήμαντες, ενώ οι ομοιότητες σημαντικές. Εκείνο όμως που πρέπει να τονίσουμε είναι ότι το τονικό ύψος, ψηλό, μεσαίο, ή χαμηλό, έχει γίνει ένας γενικευμένος άγραφος κανόνας που περνάει από γενιά σε γενιά μέσω της «συλλογικής τονικής μνήμης» όπως συμπεραίνει ο Μπ.Κρούτα. Είναι μια πολύ μακρόχρονη καλλιτεχνική πείρα, που έρχεται ζωντανή από το παρελθόν. Είναι γενικευμένο μουσικό στοιχείο σε απεριόριστο αριθμό ανθρώπων που τραγουδούν πολυφωνικά. Γι’ αυτό δίκαια μπορούμε να πούμε, ότι το ισοκράτημα δεν είναι απλή τονική βάση, αλλά γερά θεμέλια, που στηρίζεται η πολυκατοικία του πολυφωνικού τραγουδιού
Κατά την ερμηνεία του πολυφωνικού τραγουδιού διακρίνει και ένα ξεχωριστό φαινόμενο, που θα το ονομάσουμε «παραδοσιακή εσωτερική μετατροπία». Είναι η όξυνση του ισοκρατήματος που πραγματοποιεί μετατροπία με τρεις τρόπους.
Α)τυχαία μετατροπία: Το τραγούδι ξεκινάει σε ένα συγκεκριμένο τόνο και κατά τη διάρκεια «ζεσταίνεται» η ερμηνεία, τελειώνοντας ψηλότερα μέχρι και δυο τόνους. Αυτό συμβαίνει σε πολλές πολυφωνικές ερμηνείες στο Πωγώνι, Τεπελένι κ.α. Χωρίς να το καταλάβει κανείς γλιστρώντας ανεβαίνει η αρχική τονική βάση. Είναι λογικό τέτοιο αποτέλεσμα, αφού τη τονική βάση στα τραγούδια “a capella” δεν την κρατάει κάποιο μουσικό όργανο.
Β)σκόπιμη μετατροπία: Σε πολλές ερμηνείες, στις πτώσεις, όταν τελειώνει μια μουσική φράση οι ισοκράτες ανεβαίνουν σκόπιμα με μικρά γλιστρίματα, τύπου glissando. Και όταν ολοκληρώνεται ένα «πάρσιμο» στα χειμαριώτικα ή μπεντσιώρικα τραγούδια από μια τέτοια διαδικασία βρισκόμαστε και 3 τόνους πάνω της αρχικής βάσης.
Γ)αλλαγή τόνου στα εναλλασσόμενα τραγούδια: Φυσικό είναι να αλλάζει το τονικό ύψος όταν ένα τραγούδι ερμηνεύεται εναλλασσόμενα. [Χλωμο-Τσάτιστα,Αργυρόκαστρο κ.α.].Το κάθε φύλο αποδίδει καλύτερη ερμηνεία στο δικό του τονικό ύψος. Στα λιάμπικα μικτά τραγούδια το τονικό ύψος ταιριάζει στις δυνατότητες των φύλων, στα τόσκικα και βλάχικα σπάνια τραγουδούν μικτά.
Η καταγωγή του ισοκρατήματος και το πώς διαμορφώθηκε στο πολυφωνικό τραγούδι είναι πρόβλημα που συζητάται. Υπάρχουν διάφορες απόψεις όμως ακόμα δεν μπορεί να πει κανείς για τελικά συμπεράσματα. Μερικοί μελετητές σκέφτονται ότι το ισοκράτημα έχει τις ρίζες του στα τελετουργικά και παιδικά τραγούδια του πορελθόντος. Άλλοι ζητούν τις αρχές του ισοκρατήματος στην οργανική μουσική [π.χ. στον δίαυλο και σούρλιες], στο ισοκράτημα της βυζαντινής μουσικής και στις εκκλησιαστικές καμπάνες. Μιλώντας για τα πολυφωνικά τραγούδια της Δερόπολης, ο Σ. Περιστέρης αναφέρει ότι το ισοκράτημα είναι στοιχείο «απαντώντας ομοίως και εις τη βυζαντινή μουσική». Στους πολλούς αιώνες συνύπαρξης του πολυφωνικού και βυζαντινού τραγουδιού είναι λογικό φαινόμενο οι αλληλεπιδράσεις. Η βυζαντινή εποχή πρέπει να έχει επηρεάσει «τη μελωδική γραμμή του γυριστή και τους ισοκράτες», τονίζει ο Λ. Λιάβας μη ξεχνώντας να αναφέρει τις αρχέγονες ρίζες του πολυφωνικού τραγουδιού, γι’ αυτόν ίσως και προελληνικές(7). Το βυζαντινό ισοκράτημα ο Bourgant Dycoudray (Cool το εκτιμάει σαν αρμονική βάση, που η απουσία του δεν μειώνει την καλλιφωνία του τραγουδίσματος . Και καταλήγει ότι το ισοκράτημα στην παραδοσιακή μουσική είναι πιο αρχαίο. Στο ίδιο συμπέρασμα μένουν ο Σιτούνι και Κρούτα, παίρνοντας υπόψη και τις αποκαλύψεις του Tardo
( 9 ) για το πολυφωνικό τραγούδισμα και την εκκλησιαστική λειτουργία χωρίς ισοκράτημα των αρβανιτών προσφύγων στη Νότια Ιταλία στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Ο Brandl επιδιώκει ότι το ισοκράτημα αντιπροσωπεύει τον δυνατό και σταθερό ήχο των εκκλησιαστικών καμπάνων.
Σήμερα το συγκεκριμένο πολυφωνικό τραγούδισμα γίνεται με 2-3 και 4 φωνές στην πλειοψηφία με ισοκράτημα. Οι επιτόπιες έρευνες δείχνουν ότι υπάρχουν αποδείξεις της δίφωνης και τρίφωνης πολυφωνίας χωρίς ισοκράτημα, όπως στα ανδρικά τραγούδια στο Ντουκάτι της Αυλώνας, στα γυναικεία τραγούδια στο Μπουλιαράτι της Δερόπολης, στην πόλη του Αργυροκάστρου κ.α. Σ’ αυτά τα σπάνια παραδείγματα η μαζική φωνή παρομοιάζει με το γυριστή [κίνηση τονική-υποτονική], εμμένοντας για μεγάλο χρονικό διάστημα στο τροπικό θεμέλιο. Ταυτόχρονα ο παρτής όχι μόνο στις πτώσεις, αλλά και εσωτερικά της ανάπτυξης των φράσεων, κατεβαίνει σε ταυτοφωνία με τη μαζική φωνή. Οι μελετητές σκέφτονται ότι η διαφοροποίηση της μαζικής φωνής σε κανονικό ισοκράτημα γίνηκε σε μεγάλο χρονικό διάστημα. Κάτι παρόμοιο πρέπει να έχει συμβεί και στο τόσκικο τραγούδι. Από τη μακρόχρονη αλληλοδιαδοχική εξέλιξη των δύο φωνών παρουσιάστηκε στις πτώσεις ένας παρατεταμένος φθόγγος στην τονική βάση, που μετά και εδώ διαμορφώθηκε σε μαζικό ισοκράτημα. Η παραπάνω θεωρία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το πολύφωνικό τραγούδισμα στην αρχή υπήρχε χωρίς ισοκράτημα. Σε τελική ανάλυση όλες οι θεωρίες προς την χρονολογία του ισοκρατήματος μένουν υπό συζήτηση. Αντικειμενικά είναι δύσκολα τα απόλυτα συμπεράσματα.
Οι παραπάνω επισημάνσεις για το ισοκράτημα στο ελληνόφωνο, αλβανόφωνο και βλαχόφωνο πολυφωνικό τραγούδι, γίνηκαν με σκοπό ν’ αποδείξω τις ομοιότητες και διαφορές σ’ αυτό το είδος τραγουδίσματος. Στη συγκεκριμένη μουσική παράδοση, σωστά τονίζει ο Β. Νιτσιάκος, μας ενδιαφέρει «να δούμε επιρροές, αλληλεπιδράσεις, δάνεια και αντιδάνεια, διαφοροποιήσεις σε μια συγκριτική βάση.» (10)Έχω αναφέρει σε προηγούμενες εισηγήσεις (11), πως ο μαζικός και φωνητικός χαρακτήρας, η πεντατονική εξέλιξη των μελωδιών και άλλα μέσα μουσικής έκφρασης αποδεικνύουν ότι αυτό το είδος τραγουδίσματος είναι κοινό για τους συγκεκριμένους πληθυσμούς, χωρίς να το εμποδίσουν η διαφορετική γλώσσα και τα κρατικά σύνορα. Από το 1971 ο Samuel Body (12) παρατηρεί ότι τα προβλήματα που παρουσιάζουν τα δίγλωσσα ρεπερτόρια μπορεί να λυθούν με την «ομαδική εργασία ειδικών για τις δυο γλώσσες και τις μουσικές». Οι μουσικές ρίζες του συγκεκριμένου πολυφωνικού τραγουδίσματος είναι οι ίδιες και προέρχονται από ένα μακρινό παρελθόν. Οι συγκριτικές μελέτες αυτό αποδείχνουν.

ΑΠΕΙΡΟΣ
Admin

Αριθμός μηνυμάτων : 1023
Registration date : 07/11/2007

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

Επιστροφή στην κορυφή


 
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης